Τσουλίν: Difference between revisions

Jump to navigation Jump to search
no edit summary
No edit summary
Line 1: Line 1:
{{Word
{{Λέξη
   |acronym= Το τσουλίν
   |acronym=Τσουλίν (το)
   |Meaning= 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου.
  |etymologia=Από το τουρκικό "cul"
  |Origin= Από το τούρκικο cul.
   |simasiologia= 1) Το κουρέλι, 2) παρτίδα παιχνιδιού, τσουλιάζω= κερδίζω μια παρτίδα παιχνιδιού και βάζω στο κεφάλι του ηττημένου την παλάμη του χεριού ή ένα κομμάτι ρούχου
   |Sources="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου  
   |proelefsi="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου  
 
}}
}}


372

edits

Navigation menu