Στενοκούρκουρος: Difference between revisions

Jump to navigation Jump to search
no edit summary
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Στενοκούρκουρος (ο) |etymologia= |simasiologia= = αυτός που έχει στενό λάρυγγα (και δυσκολε...')
 
No edit summary
Line 2: Line 2:
   |acronym=Στενοκούρκουρος (ο)
   |acronym=Στενοκούρκουρος (ο)
   |etymologia=
   |etymologia=
   |simasiologia= = αυτός που έχει στενό λάρυγγα (και δυσκολεύεται να καταπίνει)
   |simasiologia= αυτός που έχει στενό λάρυγγα (και δυσκολεύεται να καταπίνει)
   |proelefsi=
   |proelefsi=
}}
}}
Line 12: Line 12:


==Σημασιολογία==
==Σημασιολογία==
= αυτός που έχει στενό λάρυγγα (και δυσκολεύεται να καταπίνει)
αυτός που έχει στενό λάρυγγα (και δυσκολεύεται να καταπίνει)


==Παραδείγματα==
==Παραδείγματα==
1,384

edits

Navigation menu